Η ΑΡΧΟΝΤΙΣΣΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ


«Στις οχτώ το πρωί να είσαι έτοιμος, θα περάσω να σε πάρω», μου είχε πει την προηγούμενη μέρα ο Στέλιος, ένας καλός φίλος που μοιραζόμαστε ένα κοινό πάθος, για διαφορετικά όμως πράγματα. Και στο άκουσμα αυτής της φράσης, το δικό μου πάθος πύρωσε.

Ένας δικός του φίλος, ο Κώστας, υπάλληλος στην Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας, δέχθηκε να μας συστήσει σε μια μεγάλη, τόσο σε ηλικία όσο και σε σημασία, γοητευτική κυρία, μια παλιά αρχόντισσα των αιθέρων, αληθινή αριστοκράτισσα, αλλά και να μας ξεναγήσει στον ιδιαίτερο χώρο της δουλειάς του.

Ξεκινήσαμε για το Ελληνικό με μένα να ψαχουλεύω συνέχεια την τσάντα μου, αρχικά για να σιγουρευτώ ότι δεν ξέχασα την φωτογραφική μου μηχανή και μετά ότι δεν ξέχασα επίσης να τη φορτίσω. Αγωνία απ' αυτές που προηγούνται ερωτικού ραντεβού, θα τολμούσα να σκεφτώ και δε θα ήμουν μακριά απ' την πραγματικότητα.

Φτάσαμε γρήγορα, ευτυχώς, η παραλιακή δεν είχε καθόλου κίνηση, ευτυχώς, ο φίλος του Στέλιου είχε ήδη ειδοποιήσει την πύλη ώστε να περάσουμε άνετα, ευτυχώς, όμως εγώ, με το ολότελα αλλόκοτο μυαλό μου, σε τέτοιες περιπτώσεις σκέφτομαι πως ήδη έχει αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για το τέλος αυτού που με τέτοια ανυπομονησία περιμένω. Δυστυχώς.

Η όμορφη κυρία, με το ερυθρόλευκο φόρεμα, μας έριξε μια πρώτη γρήγορη ματιά, καθώς την προσπεράσαμε αργά πηγαίνοντας προς το πάρκινγκ του χώρου για να αφήσουμε την Άλφα Ρομέο του Στέλιου να ξεκουραστεί και μετά γύρισε πάλι το βλέμμα της προς τον Σαρωνικό. Να κατάλαβε, άραγε, ότι είχαμε πάει για εκείνη;

Συναντήσαμε τον Κώστα στο γραφείο του. Ένα κλασικό, μάλλον, ουδέτερο και αδιάφορο γραφείο που θυμίζει το οποιοδήποτε ουδέτερο και αδιάφορο γραφείο μιας συνηθισμένης δημόσιας υπηρεσίας, που είναι, όμως, ένα γραφείο μιας εξαιρετικά συναρπαστικής και ενδιαφέρουσας (στα δικά μου μάτια τουλάχιστον) δουλειάς.

Γνωριμία, συστάσεις και η κουβέντα γρήγορα πέρασε στο «ψητό», με τον Κώστα να μας μιλάει για τα χρόνια του στην Ολυμπιακή. Χαμόγελα, φωτογραφίες, αναμνήσεις ντυμένες με κάτι από νοσταλγία και αρκετή από αγάπη και ζεστός ελληνικός καφές να αχνίζει κάπου εκεί, στο πλάι. Σύντομα, έφτασε κι η ώρα να κατεβούμε στο προαύλιο.

Σε έναν ανοιχτό χώρο περίπου στη μέση της διαδρομής ανάμεσα στην κεντρική πύλη και τα κτήρια της ΥΠΑ, μια πανέμορφη Ντακότα κερδίζει αβίαστα βλέμματα και θαυμασμό.


Ντακότα, είναι το πιο γνωστό παρατσούκλι του DC-3, ενός ιστορικού αεροσκάφους που κατασκευάστηκε από την αμερικανική εταιρεία Douglas και πρωτοπέταξε το 1935, για να πρωταγωνιστήσει στις παγκόσμιες αερομεταφορές σχεδόν για τις επόμενες τέσσερις δεκαετίες. Θεωρείται ένα από τα πιο επαναστατικά και αξιόπιστα αεροπλάνα που κατασκευάστηκαν ποτέ. Χαρακτηριστικό είναι ότι, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, κατά τις δεκαετίες του 1940 και 1950, σχεδόν όλες οι αεροπορικές εταιρείες του κόσμου διέθεταν DC-3 στο στόλο τους, ενώ, παρά το γεγονός ότι η παραγωγή του έπαυσε στα μέσα της δεκαετίας του 1940, αρκετά DC-3 πετούν σε τακτικά δρομολόγια ακόμη και σήμερα(!). Το προσωνύμιο Ντακότα, προέρχεται από μία απ' τις στρατιωτικές εκδόσεις του αεροπλάνου, αυτή της βρετανικής RAF, που μεγαλούργησε κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Στην Ελλάδα, τα πρώτα επιβατικά DC-3 πέταξαν για λογαριασμό της αεροπορικής εταιρείας Τ.Α.Ε (1946), για να ακολουθήσουν η Α.Μ.Ε. και η ΕΛΛ.Α.Σ. Όταν το 1956, ο Αριστοτέλης Ωνάσης αγόρασε την Τ.Α.Ε. (στην οποία στο μεταξύ είχαν συγχωνευθεί και οι άλλες εταιρείες για λόγους βιωσιμότητας) και την μετονόμασε σε Ολυμπιακή Αεροπορία, πήρε προίκα και τις Ντακότες της, με τις οποίες η Ολυμπιακή ξεκίνησε να πετά το 1957. Τα αεροσκάφη χρησιμοποιήθηκαν κυρίως στις γραμμές εσωτερικού της εταιρείας για τα επόμενα δεκατρία χρόνια - το τελευταίο DC-3 αποσύρθηκε από το στόλο της Ολυμπιακής τον Μάιο του 1970.


Η ωραία Ντακότα αυτής μας της συνάντησης κατασκευάστηκε το 1937, ήρθε αρχικά στην Ελλάδα ως μέρος συμμαχικής βοήθειας και αργότερα έγινε ένα από τα αεροσκάφη που χρησιμοποιεί η ΥΠΑ κυρίως για να ελέγχει τα συστήματα των αεροδρομίων της χώρας μας. Στην άτρακτο, το «Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας» από τη μία μεριά και το «Hellenic CAA» από την άλλη, είναι γραμμένα με γραμματοσειρά ίδια με εκείνη του λογοτύπου της Ολυμπιακής - ύφος που έχει συνδεθεί με μια ολόκληρη εποχή.

Το DC-3 της ΥΠΑ στο αεροδρόμιο του Ελληνικού το 1973. (φωτο: Wikipedia)

«Να δούμε και που θα μας πάνε σε λίγο...», μου είχε πει προηγουμένως σε μια αποστροφή του λόγου του ο Κώστας, θυμίζοντάς μου ότι ο χώρος όπου σήμερα βρίσκεται η έδρα της ΥΠΑ ανήκει (μαζί με το παλιό αεροδρόμιο) στο λεγόμενο φιλέτο του Ελληνικού. Άραγε ποια να είναι η τύχη της Ντακότας, σκέφτηκα αμέσως, μιας και σοβαρή πρόθεση από την Πολιτεία να δημιουργηθεί κάποτε στη χώρα μας ένα Μουσείο Αεροπορίας αντίστοιχο αυτών που υπάρχουν σε πολλές χώρες του εξωτερικού, δεν διακρίνω.

Αφήνω τις αρνητικές σκέψεις και ...αφήνομαι στη θέα, στην υφή, στην ξεχωριστή μαγεία ενός θρυλικού αεροπλάνου. Βλέπω από κοντά τον κινητήρα, αγγίζω τους έλικες. Κοιτάζω μέσα απ' τα παράθυρα, τα κουρτινάκια στο εσωτερικό είναι όμορφα ανοιχτά. Ακολουθώ με το βλέμμα μου την παχιά κόκκινη λωρίδα στην άτρακτο που καταλήγει σε έναν κεραυνό στο μπροστινό μέρος, κάτω από το πιλοτήριο. Ανακαλώ στη μνήμη μου, ότι πολλά DC-3 που έχω δει σε φωτογραφίες είχαν έναν παρόμοιο κεραυνό σχεδιασμένο στην άτρακτο. Τι όμορφο!

Ξαναπηγαίνω πίσω. Βρίσκω την πόρτα από την οποία επιβιβάζονταν και αποβιβάζονταν οι επιβάτες. Το «πόμολο» δε γυρίζει, η πόρτα δεν ανοίγει. Λίγο πιο πίσω, αγγίζω το κάθετο σταθερό της ουράς, που το πολύ χαρακτηριστικό σχήμα του αεροσκάφους, το φέρνει πολύ κοντά μου. Προσπαθώ να κουνήσω το πηδάλιο διεύθυνσης, αλλά δεν κουνιέται, είναι «κλειδωμένο».
Το αεροπλάνο δεν είναι πλέον έτοιμο να πετάξει. Κι όμως, αυτή η παλιά Ντακότα μας είχε μόλις χαρίσει μια υπέροχη, σπάνια πτήση. Μας είχε ανεβάσει στα σύννεφα και δε θέλαμε να προσγειωθούμε.




Ακόμα δεν έχω προσγειωθεί.
Σ' ευχαριστώ Κώστα, σ' ευχαριστώ Στέλιο!